Όντερ

Όντερ
(γερμ. Oder, πολων. και τσεχ. Odra). Ποταμός (912 χλμ.) της κεντρικής Ευρώπης, που εκβάλλει στη Βαλτική θάλασσα. H λεκάνη απορροής του καλύπτει συνολική έκταση 118.600 τ. χλμ. Πηγάζει στην Τσεχία από τα Όρη Όντερ, κατέρχεται προς ΒΑ, διαρρέοντας τη βόρεια Μοραβία και περνά από την Όστραβα, όπου δέχεται από τα αριστερά τον Όπαβα και από δεξιά τον Όστραβιτσε. Λίγο χαμηλότερα από την Μποχουμίν εισέρχεται σε πολωνικό έδαφος, διαρρέει τη Σιλεσία με διεύθυνση από ΝΑ προς ΒΔ και, αφού περάσει από διάφορες πόλεις μεταξύ των οποίων και το Μπρέσλαου (Βρότσλαβ), συνεχίζει τον ρου του μέχρι τα σημερινά σύνορα της Γερμανίας. Στην Πολωνία ο Ό. συλλέγει τα νερά πολλών παραπόταμων, όπως είναι ο Κλοντνίτσα, ο Μάλα Πάνεβ, ο Στομπράβα, ο Βιντάβα και ο Μπάρυτς από δεξιά, ο Οσομπλόγκα, ο Νύσα Κλόντσκα, ο Σλέζα, ο Μπυστρζύτσα, ο Κατσάβα και ο Μπομπρ από τα αριστερά. Σο σημείο όπου συμβάλλει σε αυτόν ο Νάισε (Νύσα Λουζύτσκα) από τα αριστερά, ο Ό. στρέφεται οριστικά προς τα Β, περνώντας από τη Φρανκφούρτη επί του Όντερ και την Κόστρζυν· εκεί δέχεται από δεξιά τον Βάρτα, μεγάλο πολωνικό ποταμό. Προς τα Ν του 53ου παράλληλου ρέει σε μια ευρεία κοιλάδα χωρισμένος σε πολλούς βραχίονες που προχωρούν παράλληλα έως το Στετίνο (Στσέτσιν) όπου ένας από τους βραχίονες εκβάλλει στη Γεζιόρο Ντάμπσκιε (γερμ. Dammscher See), λίμνη που επικοινωνεί απευθείας στα Β με τη λιμνοθάλασσα του Στετίνου (πολων. Zalew Szczecinski, γερμ. Oder Haff ή Stettiner Haff). Η λιμνοθάλασσα αυτή επικοινωνεί ελεύθερα με τη Βαλτική, από την οποία χωρίζεται με τα νησιά Ούζεντομ (Ούζναμ) και Βόλιν, από τρεις διώρυγες, την Πέενε, τη Σβίνα και τη Ντζίβνα (Ντίβενοβ), από τις οποίες μόνο η δεύτερη χρησιμοποιείται για τη ναυσιπλοΐα, έως το λιμάνι του Στετίνου, όπου μπορούν να φτάσουν τα ωκεανοπόρα πλοία. Πιο μέσα από το μεγάλο αυτό λιμάνι, που σήμερα είναι πολωνικό, ο Ό. είναι πλωτός για σκάφη χωρητικότητας κάτω των 700 τόνων ως την Κόζλε, στην Άνω Σιλεσία. Ο ποταμός αποτελεί σημαντική υδάτινη αρτηρία, για τη διακίνηση των εμπορευμάτων, γιατί συνδέεται, με μερικούς παραπόταμους και πλωτές διώρυγες, και με τον Χάφελ και τον Σπρέε στα Δ και με τον Βιστούλα στα A. Οντερ: γέφυρα στο Μπρέσλαου (Βρότσλαβ). Ο ποταμός αυτός που καθορίζει σ’ ένα μεγάλο τμήμα του τα σύvopa Πολωνίας και Γερμανίας συνδέεται με μεγάλο δίκτυο υδάτινων οδών. Αεροφωτογραφία του ποταμού Όντερ. Δεξιά διακρίνεται η γερμανική πόλη της Φρανκφούρτη και αριστερά η Πολωνία.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Φρανκφούρτη επί του Όντερ — (Frankfurt an der Oder). Πόλη (72.000 κάτ. το 2003) της Ομοσπονδιακής Γερμανίας, στην ιστορική περιοχή του Βρανδεμβούργου. Βρίσκεται 80 χλμ. ΝΑ του Βερολίνου, κοντά στα σύνορα με την Πολωνία, πάνω στην αριστερή όχθη του Όντερ, σε ένα σημείο όπου… …   Dictionary of Greek

  • Πολωνία — Κράτος της Κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει στα Δ με τη Γερμανία και την Τσεχία, στα ΒΑ με τη Ρωσία και τη Λιθουανία, στα Α με τη Λευκορωσία και την Ουκρανία στα Ν με τη Σλοβακία, ενώ βρέχεται στα Β από τη Βαλτική θάλασσα.H Πολωνία καταλαμβάνει, στη… …   Dictionary of Greek

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • Σιλεσία — (Slgsk πολωνικά, Slezsko τσεχοσλοβακικά, Schlesien γερμανικά). Ιστορική περιοχή της κεντρικής Ευρώπης, η οποία υπάγεται τώρα στην Πολωνία, στην οποία ανήκει το μεγαλύτερο τμήμα της, και στην Τσεχοσλοβακία. Σε μεγάλες γραμμές η Σ. αντιστοιχεί στο… …   Dictionary of Greek

  • Κούνερσντορφ, μάχη του- — Μάχη που οφείλει την ονομασία της στο ομώνυμο γερμανικό χωριό, που βρίσκεται ανατολικά της Φρανκφούρτης επί του Όντερ. Η μάχη αυτή, που έγινε στις 12 Αυγούστου 1759 μεταξύ των ρωσοαυστριακών δυνάμεων του στρατηγού Σαλτικόφ και του πρωσικού… …   Dictionary of Greek

  • Τσεχία — Συνορεύει στα βόρεια με τη Γερμανία και την Πολωνία, στα νότια με τη Αυστρία και στα νοτιοανατολικά με τη Σλοβακία.Όταν διασπάστηκε η Τσεχοσλοβακία, στη Δημοκρατία της Τσεχίας παρέμειναν το ιστορικό βασίλειο της Βοημίας, η Μοραβία και τμήμα της… …   Dictionary of Greek

  • Ευρώπη — I Μία από τις πέντε ηπείρους. Είναι το μικρότερο τμήμα του κόσμου μετά την Αυστραλία και την Ωκεανία. Από μία άποψη θα μπορούσε να θεωρηθεί το ακραίο δυτικό τμήμα της Ασίας, της οποίας αποτελεί τη φυσική προέκταση. Πράγματι, δεν υπάρχουν φυσικά… …   Dictionary of Greek

  • γερμανικοί λαοί — Ινδοευρωπαϊκή εθνική ομάδα, στην οποία ανήκουν πολλές δεκάδες πληθυσμών, οι οποίοι αποσπάστηκαν κατά την εποχή του ορειχάλκου από τον αρχικό κορμό και εγκαταστάθηκαν στην Ευρώπη, από τον Ρήνο μέχρι τον Βιστούλα και τον Δούναβη. Τις πρώτες… …   Dictionary of Greek

  • Πολάβοι — οι, Ν ομάδα δυτικών σλαβικών φύλων τα οποία κατοικούσαν κατά τον μεσαίωνα στην περιοχή που ορίζεται δυτικά από τον Κάτω Έλβα, βόρεια από τη Βαλτική Θάλασσα, ανατολικά από τον Κάτω Όντερ και νότια από τη Λουσατία, αλλ. Σλάβοι τού Έλβα. [ΕΤΥΜΟΛ.… …   Dictionary of Greek

  • ρήνος — (Rhein γερμανικά, Rhin γαλλικά, Rijn ολλανδικά). Ποταμός της κεντρικής Ευρώπης, που έχει συνολικό μήκος 1326 χλμ. και λεκάνη απορροής 225.000 τ. χλμ. Ο Ρ. είναι ένας από τους μεγαλύτερους και σημαντικότερους ποταμούς της Ευρώπης, φορέας… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”